Ολα αλλάζουν στις παλιές συνοικίες, πρόσωπα, φυλές, ομιλίες, συνήθειες – Μα η αγάπη των κατοίκων τους μένει ισχυρή
Ξανά, η Αθήνα. Οχι το φωταγωγημένο Σύνταγμα, καθόλου το χαρούμενο Γκάζι, ούτε το αιώνιο Κολωνάκι. Αλλά η Κυψέλη, τα Πατήσια, τα Εξάρχεια, το Παγκράτι, η βαθιά Αθήνα. Εκεί που η πόλη έγινε πόλη, το καλό και το κακό, η ευχή και η κατάρα, η γλύκα και η πίκρα, όλα μαζί, πιο Αθήνα κι από Αθήνα. Ενας κόσμος που μεταμορφώθηκε δύο φορές: μία φορά στα τέλη του ’70, όταν οι μεσοαστοί του κέντρου κυνήγησαν το όνειρο των προαστίων, αφήνοντας πίσω τους σκοτεινιασμένα διαμερίσματα· δεύτερη φορά, στις αρχές της δεκαετίας του ’90, με τα καραβάνια των μεταναστών να παίρνουν τη θέση τους. Στην αρχή πήραν τη θέση τους μεταφορικά, στα ημιυπόγεια και στα ισόγεια· τώρα, και κυριολεκτικά, ψηλά, στους ορόφους, στα ίδια δωμάτια που κάποτε οι σημερινοί ηλικιωμένοι του Αμαρουσίου και των Βριλησίων έκαναν έρωτα για πρώτη φορά.
Να όμως που η πόλη δεν μένει ποτέ ίδια, όλα αλλάζουν, και οι παλιές συνοικίες, αυτές που βιαστήκαμε να ξεγράψουμε, δεν μας αφήνουν να τις ξεχάσουμε. Αλλιώτικες και ίδιες, γοητευτικές και ξεχαρβαλωμένες, πάντως γεμάτες ζωή, 24 ώρες ανοιχτές, είναι το καθημερινό σκηνικό για εκατοντάδες χιλιάδες Αθηναίους, γηγενείς και καινούργιους. Καθόλου τυχαία πολλοί εικοσάρηδες και τριαντάρηδες επιλέγουν αυτά τα μέρη, το «παλιό» κέντρο, για να ξεκινήσουν την ενήλικη ζωή τους. Οχι μόνο από ανάγκη (φθηνότερη στέγη) αλλά γιατί ξέρουν ότι εδώ ρέει αίμα στις φλέβες. Αλλοτε για καλό κι άλλοτε για κακό. Τι σημασία έχει; Μερικές φορές αρκεί να αναπνέεις.
Σήμερα η «Καθημερινή» ζήτησε από έξι ανθρώπους των γραμμάτων, του λόγου, της ποίησης, της μουσικής, που ζουν στη «βαθιά» Αθήνα, να μιλήσουν για τις δικές τους γειτονιές. Η επιλογή δεν είναι τυχαία: Στο έργο τους, σ’ αυτά που φτιάχνουν, η πόλη πρωταγωνιστεί.
Του Δημητρη Ρηγοπουλου
Ξανά, η Αθήνα. Οχι το φωταγωγημένο Σύνταγμα, καθόλου το χαρούμενο Γκάζι, ούτε το αιώνιο Κολωνάκι. Αλλά η Κυψέλη, τα Πατήσια, τα Εξάρχεια, το Παγκράτι, η βαθιά Αθήνα. Εκεί που η πόλη έγινε πόλη, το καλό και το κακό, η ευχή και η κατάρα, η γλύκα και η πίκρα, όλα μαζί, πιο Αθήνα κι από Αθήνα. Ενας κόσμος που μεταμορφώθηκε δύο φορές: μία φορά στα τέλη του ’70, όταν οι μεσοαστοί του κέντρου κυνήγησαν το όνειρο των προαστίων, αφήνοντας πίσω τους σκοτεινιασμένα διαμερίσματα· δεύτερη φορά, στις αρχές της δεκαετίας του ’90, με τα καραβάνια των μεταναστών να παίρνουν τη θέση τους. Στην αρχή πήραν τη θέση τους μεταφορικά, στα ημιυπόγεια και στα ισόγεια· τώρα, και κυριολεκτικά, ψηλά, στους ορόφους, στα ίδια δωμάτια που κάποτε οι σημερινοί ηλικιωμένοι του Αμαρουσίου και των Βριλησίων έκαναν έρωτα για πρώτη φορά.
Να όμως που η πόλη δεν μένει ποτέ ίδια, όλα αλλάζουν, και οι παλιές συνοικίες, αυτές που βιαστήκαμε να ξεγράψουμε, δεν μας αφήνουν να τις ξεχάσουμε. Αλλιώτικες και ίδιες, γοητευτικές και ξεχαρβαλωμένες, πάντως γεμάτες ζωή, 24 ώρες ανοιχτές, είναι το καθημερινό σκηνικό για εκατοντάδες χιλιάδες Αθηναίους, γηγενείς και καινούργιους. Καθόλου τυχαία πολλοί εικοσάρηδες και τριαντάρηδες επιλέγουν αυτά τα μέρη, το «παλιό» κέντρο, για να ξεκινήσουν την ενήλικη ζωή τους. Οχι μόνο από ανάγκη (φθηνότερη στέγη) αλλά γιατί ξέρουν ότι εδώ ρέει αίμα στις φλέβες. Αλλοτε για καλό κι άλλοτε για κακό. Τι σημασία έχει; Μερικές φορές αρκεί να αναπνέεις.
Σήμερα η «Καθημερινή» ζήτησε από έξι ανθρώπους των γραμμάτων, του λόγου, της ποίησης, της μουσικής, που ζουν στη «βαθιά» Αθήνα, να μιλήσουν για τις δικές τους γειτονιές. Η επιλογή δεν είναι τυχαία: Στο έργο τους, σ’ αυτά που φτιάχνουν, η πόλη πρωταγωνιστεί.
Του Δημητρη Ρηγοπουλου
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου